Σεμερτζίδης Βάλιας (1911 - 1983)

Γεννήθηκε το 1911 στο Κρασνοντάρ του Καυκάσου (Νότια Ρωσία). Το 1923 η οικογένειά του εγκαταστάθηκε στην Ελλάδα. Σπούδασε στην ΑΣΚΤ Αθηνών από το 1928 και φοίτησε στο εργαστήριο του Παρθένη από το 1932 έως το 1936. Για ένα διάστημα δίδαξε στη σχολή χορού που διατηρούσε ο πατέρας του και ασχολήθηκε με τη φωτογραφία και τις γραφικές τέχνες, για βιοποριστικούς λόγους. Ταυτόχρονα συμμετείχε ως ζωγράφος σε Πανελλήνιες και ομαδικές εκθέσεις. Το 1937 έγινε μέλος της ομάδας «Ελεύθεροι Καλλιτέχνες».
Κατά την Κατοχή, έλαβε ενεργό μέρος στην Εθνική Αντίσταση και, το 1944, ακολούθησε τους αντάρτες στη Βίνιανη και στα Άγραφα. Τα θέματα που ζωγράφισε εκείνα τα χρόνια (σκηνές από το λιμό της Αθήνας και από τη ζωή των ανταρτών στο Βουνό), χρησίμευσαν αργότερα ως βάση για μερικές από τις μεγάλες ζωγραφικές συνθέσεις του.
Μετά την απελευθέρωση επιδόθηκε ιδιαίτερα στη χαρακτική σε ξύλο ή λινόλεουμ. Έφτιαξε πολλές μονοτυπίες και πειραματίστηκε με νέες τεχνικές οξείδωσης σε τσίγκο και χαλκό. Ένα σημαντικό κομμάτι της δουλειάς του στηρίζεται στην αξιοποίηση των δυνατοτήτων της χαρακτικής. Έχει εκδώσει λευκώματα και έχει εικονογραφήσει ημερολόγια με χαρακτικά τυπωμένα απευθείας από τις πλάκες. Το 1950 έγινε μέλος της ομάδας «Στάθμη» και το 1957 παρουσίασε την πρώτη ατομική του έκθεση στην Αθήνα (Παρνασσός), η οποία ήταν και η μοναδική έως το 1977.
Από τα μέσα της δεκαετίας του 1960 ζούσε κυρίως στη Ρόδο, όπου μεταξύ άλλων έκανε τοιχογραφίες σε ξενοδοχεία, προσωπογραφίες και διακοσμήσεις δημοσίων κτιρίων, ενώ παράλληλα ολοκλήρωσε την επεξεργασία πολλών μνημειακών συνθέσεων, που βασίζονταν σε παλιότερα έργα του. Επινόησε μάλιστα μια πρωτότυπη τεχνική, που του επέτρεπε να χρησιμοποιεί μεθόδους της χαρακτικής σε συνδυασμό με τη ζωγραφική του.
Ένα μέρος του έργου του είναι τοπιογραφικό, με αρκετές επιρροές από τον Παρθένη. Ωστόσο τα πιο χαρακτηριστικά θέματά του είναι εμπνευσμένα από τους κοινωνικούς αγώνες και τη ζωή των εργαζομένων. Πρόκειται συχνά για πολυπρόσωπες σκηνές σε μετωπική διάταξη, με στιβαρό σχέδιο και περιορισμένη χρωματικότητα.
Οι περισσότερες ατομικές του εκθέσεις έγιναν εκτός Ελλάδας. Στα πρώτα χρόνια της δικτατορίας (1967-1970), μια μεγάλη ατομική του έκθεση περιόδευσε σε 25 πόλεις της πρώην Σοβιετικής Ένωσης, όπου ο ίδιος δεν μπορούσε να παρευρεθεί, λόγω της απαγόρευσης εξόδου του από τη χώρα. Το έργο του παρουσιάστηκε επίσης στην Ιταλία (Λιβόρνο, 1973 και Φερράρα, 1974). Συμμετείχε στη Μπιενάλε της Αλεξάνδρειας το 1963 και σε πολλές ομαδικές και διεθνείς εκθέσεις ζωγραφικής και χαρακτικής σε διάφορα μέρη του κόσμου (Λονδίνο, Κάιρο, Γενεύη, Λειψία, Μπέρμιγχαμ, Νέα Υόρκη, κ.α.). Το 1977 οργανώθηκε αναδρομική του έκθεση στην Εθνική Πινακοθήκη. Μετά το θάνατό του (Αθήνα 1983) παρουσιάστηκαν τρεις μικρότερες αναδρομικές και μια μεγάλη, το 2012 στο Μουσείο Μπενάκη.