Πολυχρονιάδη Σελέστ (1904 - 1985)

Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1904 και ξεκίνησε με σπουδές μουσικής στο Ωδείο Αθηνών. Το 1930 πήγε στο Παρίσι, όπου σπούδασε κεραμική, μωσαϊκό, σχέδιο και ζωγραφική στο Conservatoire National des Arts et Metiers, στην Academie de la Grande Chaumiere και στο εργαστήριο της Suzanne Valadon. Εξοικειώθηκε με τα καλλιτεχνικά ρεύματα της εποχής και συνδέθηκε ιδιαίτερα με το Σουρεαλιστικό κίνημα, που θα την επηρέαζε αποφασιστικά στην μετέπειτα πορεία της. Συμμετείχε σε παρισινά Σαλόν και έκανε μια ατομική έκθεση με έργα κεραμικής (Le Portique, 1933). Την ίδια περίοδο άρχισε να εκθέτει και στην Αθήνα, κυρίως έργα κεραμικής και διακοσμητικής.
Το 1934 ήρθε στην Ελλάδα, έγινε μέλος της «Ομάδας Τέχνη», και ανέλαβε τη διεύθυνση της αίθουσας Studio-Galerie d’art, όπου, μεταξύ άλλων, τόλμησε να εκθέσει έργα του Μπουζιάνη, παρά την αρνητική στάση του αθηναϊκού κοινού. Η ίδια έκανε την πρώτη της ατομική έκθεση με αποκλειστικά ζωγραφικά έργα το 1938, στη γκαλερί Στρατηγοπούλου.
Στη διάρκεια της Κατοχής δημιούργησε μια σειρά σχεδίων με τίτλο Κατοχή 1940-44, τα οποία εκτέθηκαν μετά την απελευθέρωση (1946, Παρνασσός) και εκδόθηκαν σε λεύκωμα το 1961.
Από το 1946 ως το 1953 έζησε στην Νέα Υόρκη, συνεργάστηκε με την γκαλερί J.Selligman και γνώρισε από κοντά τον αφηρημένο εξπρεσιονισμό. Παράλληλα με τη ζωγραφική της, δημιούργησε γλυπτά και κεραμικά έργα σε συνεργασία με αρχιτέκτονες και διακοσμητές. Ήδη η δουλειά της προσανατολιζόταν προς την αφαίρεση, διατηρώντας ωστόσο τις σουρεαλιστικές της καταβολές.
Από τις αρχές της δεκαετίας του 1960, εγκατεστημένη πλέον στην Ελλάδα, παρουσίαζε τακτικά τη δουλειά της στην Αίθουσα Τέχνης Νέες Μορφές. Οι εικαστικές της αναζητήσεις την κατατάσσουν μεταξύ των ζωγράφων της γενιάς της που συνέβαλαν στην εδραίωση της αφηρημένης τέχνης στον ελληνικό χώρο. Το πολύμορφο έργο της περιλαμβάνει, ωστόσο, και έργα αναπαραστατικά, με συμβολικές αναφορές στο παρελθόν. Μια ιδιαίτερη πτυχή της δραστηριότητάς της, σε όλη τη διάρκεια της πορείας της, είναι οι εικονογραφήσεις ποιημάτων σε μορφή Unicum.
Μέχρι το θάνατό της (Αθήνα, 1985) έκανε πάνω από δέκα ατομικές εκθέσεις ζωγραφικής και συμμετείχε σε πολλές ομαδικές, στην Ελλάδα και στο εξωτερικό (Γαλλία, Ελβετία, Αγγλία, Ισραήλ, Η.Π.Α., κ.ά.). Εκπροσώπησε την Ελλάδα στις Μπιενάλε της Αλεξάνδρειας (1961, Α’ βραβείο Χαρακτικής) και του Saο Paulo (1963). Το 1980 πραγματοποιήθηκε αναδρομική της έκθεση, με έργα της περιόδου 1930-1960 (Το Τρίτο Μάτι), ενώ το 2008 η Αίθουσα Τέχνης Νέες Μορφές παρουσίασε μια αναδρομή στο έργο της και εξέδωσε μονογραφία για το σύνολο της δουλειάς της.