Γεωργιάδης Γιώργος (1934)

Γεννήθηκε στο Μαρούσι και σπούδασε γλυπτική στην ΑΣΚΤ της Αθήνας, με στους Γ. Παππά και Μ. Τόμπρο (1954-1959). Το 1959 πηγαίνει στη Φλωρεντία με υποτροφία του Ιδρύματος Ευγενίδη και διδάσκεται την τεχνική του μετάλλου κοντά στον Bruno Bearzi.
Το γλυπτικό του ύφος είναι κατά κανόνα εξπρεσιονιστικό και η θεματολογία του ανθρωποκεντρική με συμβολιστικούς υπαινιγμούς. Κυρίαρχο θέμα του είναι οι καθιστές γυνακείες μορφές, συχνά ακέφαλες, μόνες ή σε ομάδες, σε στάσεις που δηλώνουν σωματική και ψυχική ένταση. Η τεχνική του είναι άρτια και αρκετά παραδοσιακή, με διακριτικές παραμορφώσεις που τονίζουν την έκφραση. Τα περισσότερα έργα του είναι χυτευμένα σε χαλκό. Η ανθρωπιστική διάθεση και ο κριτικός σχολιασμός κοινωνικών προβλημάτων χαρακτηρίζουν το σύνολο του έργου του, αισθητικά και θεματολογικά.
Η πρώτη του ατομική έκθεση έγινε το 1974 στην Αθήνα (Νέες Μορφές). Θα ακολουθήσουν ατομικές εκθέσεις σε Αθήνα, Θεσσαλονίκη και άλλες Ευρωπαϊκές πόλεις. Το 1994 οργανώθηκε τιμητική αναδρομική έκθεσή του στο Πολιτιστικό Κέντρο Αμαρουσίου.
Έχει συμμετάσχει σε πολλές ομαδικές εκθέσεις γλυπτικής, στην Ελλάδα και στο εξωτερικό (Γαλλία, Ιταλία, Αίγυπτο, Ολλανδία, Μονακό, Νορβηγία, Ταϊ-Πεϊ, ΗΠΑ ...). Το 1984, εκπροσώπησε την Ελλάδα στη 41η Biennale της Βενετίας, μαζί με το ζωγράφο Χ. Καρρά. Ένα μέρος του έργου του έχει δημιουργηθεί σε συνεργασία με αρχιτέκτονες για τη διακόσμηση κτιρίων. Υπάρχουν επίσης γλυπτά του σε δημόσιους χώρους στην Ελλάδα.
Έχει τιμηθεί με πολλές διακρίσεις: Α΄βραβείο γλυπτικής στην Πανελλαδική Έκθεση Νέων (1961), επιχορήγηση από το Ίδρυμα Ford (1975), Α’ βραβείο Γλυπτικής στην έκθεση Les Arts en Europe (Βρυξέλλες, 1976), Β’ βραβείο Γλυπτικής στην Μπιενάλε της Αλεξάνδρειας την ίδια χρονιά, βραβείο Ιταλών δημοσιογράφων (Todi, Ιταλία, 1985), χρυσό μετάλλιο της Ιταλικής Ακαδημίας Γραμμάτων και Επιστημών της Λιγυρίας (1993), κ.ά.
Δίδαξε σχέδιο για μια εικοσαετία στο Αθηναϊκό Τεχνολογικό Ινστιτούτο Δοξιάδη (1960-80) και διετέλεσε μέλος της Επιτροπής Κατατάξεων και Κρίσεων του Ε.Ε.Τ.Ε.