Σαχίνης Νίκος (1924 - 1989)

Γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1924 και σπούδασε Νομική στο εκεί Πανεπιστήμιο. Διδάχτηκε ζωγραφική από τον Πολύκλειτο Ρέγκο (1936-1944) και, αργότερα, εξοικειώθηκε με τη χρήση σύγχρονων υλικών κοντά στον Roy Moyer και τον χαράκτη Georges Perret.
Η πρώτη ατομική του έκθεση έγινε στη Θεσσαλονίκη (1950, Αίθουσα Εμπορικού Επιμελητηρίου). Η ζωγραφική του ήταν αρχικά παραστατική (τοπία, νεκρές φύσεις, γυμνά, σκηνές της καθημερινής ζωής), αλλά σύντομα άρχισε να πειραματίζεται με τη χρήση διαφόρων υλικών σε κολάζ και να επηρεάζεται από σύγχρονα ρεύματα, κυρίως από τον αφηρημένο εξπρεσιονισμό. Από τις αρχές της δεκαετίας του 1960 είχε υιοθετήσει πλήρως την αφαίρεση, ακολουθώντας έτσι τις προωθημένες τάσεις της ελληνικής τέχνης εκείνων των χρόνων. Τον καιρό της δικτατορίας, η ανάγκη του να σχολιάσει την πολιτική κατάσταση επανέφερε κάποιες παραστατικές μορφές στη ζωγραφική του. Την ίδια εποχή, άλλωστε, αρνήθηκε να συμμετάσχει στη Μπιενάλε της Bενετίας. Στη συνέχεια, εξακολούθησε να πειραματίζεται και να εμπνέεται από νέα ερεθίσματα, προερχόμενα είτε από το καθημερινό του περιβάλλον είτε από τη διεθνή σύγχρονη τέχνη της εποχής του. Κατά καιρούς αξιοποίησε στοιχεία της ποπ αρτ, του νεοεξπρεσιονισμού και άλλων τάσεων, χωρίς να προσχωρεί απόλυτα σε καμιά από αυτές. Με συνεχείς δοκιμές και πειραματισμούς, δημιούργησε ένα έργο προσωπικό, που χαρακτηρίζεται από μια ποικιλία τεχνικών και μορφικών μέσων, όπως η ενσωμάτωση πραγματικών αντικειμένων στα έργα, οι αποτυπώσεις σχεδίων σε φωτοευαίσθητες επιφάνειες κ.ά. Ο συνδυασμός όλων αυτών οδηγεί σε ένα ενιαίο εκφραστικό αποτέλεσμα, με έμφαση στο ρόλο του χρώματος.
Για την καλλιτεχνική του προσφορά τιμήθηκε επανειλημμένα επί τέσσερα έτη (1956-1960), με βραβεία από το Δήμο της Θεσσαλονίκης.
Το 1970 εκλέχθηκε καθηγητής στην Πολυτεχνική Σχολή του A.Π.Θ., όπου δίδαξε μέχρι το θάνατό του, ως διευθυντής του σπουδαστηρίου εικαστικών τεχνών. Δίδαξε επίσης σε ιδιωτικές σχολές θεάτρου και κινηματογράφου και συνεργάστηκε, ως σκηνογράφος και ενδυματολόγος, με το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος και με άλλους θιάσους.
Εικονογράφησε βιβλία, έντυπα και αφίσες (Α’ βραβείο αφίσας 50 Χρόνια Θεσσαλονίκη, 1962). Yπήρξε καλλιτεχνικός σχολιαστής του Ε.Ι.Ρ., μέλος της κριτικής επιτροπής στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης (1965, 1973) και πρόεδρος του Συλλόγου Καλλιτεχνών Εικαστικών Τεχνών Βόρειας Ελλάδας. Kείμενά του για την τέχνη δημοσιεύτηκαν σε εφημερίδες και περιοδικά.
Πραγματοποίησε δεκαπέντε ατομικές εκθέσεις και συμμετείχε σε πολλές ομαδικές εντός και εκτός Ελλάδας. Το 1976 εκπροσώπησε την Ελλάδα στην Μπιενάλε της Αλεξάνδρειας. Το 1985 παρουσιάστηκε αναδρομική του έκθεση στο Βαφοπούλειο Πνευματικό Kέντρο του Δήμου Θεσσαλονίκης. Μετά το θάνατό του (1989) οργανώθηκαν αναδρομικές εκθέσεις του έργου του το 1990 (Δημοτική Πινακοθήκη Θεσσαλονίκης και Πινακοθήκη Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών) και το 2007 (Βαφοπούλειο Πνευματικό Κέντρο Δήμου Θεσσαλονίκης).